Βιομηχανικά κτίρια στο Ηράκλειο
Περίληψη
Το ΤΕΕ/ΤΑΚ το 1996 σύστησε δύο Ομάδες Εργασίας, για τους νομούς Ηρακλείου και Λασιθίου, με σκοπό την «Καταγραφή και αξιολόγηση των παλαιών βιοτεχνικών – βιομηχανικών κτιρίων στην Ανατολική Κρήτη και διερεύνηση αξιοποίησής τους σε νέες χρήσεις».
Δώδεκα χρόνια μετά ερευνούμε τι έχει συμβεί στα οκτώ κτίρια που κατέγραψε η Ομάδα που εργάστηκε για το νομό Ηρακλείου στην πόλη του Ηρακλείου.
Ένα κτίριο μόνο, το Καπνοκοπτήριο, κηρυγμένο από το 1947, προστατευόμενο από την 13η Εφορεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, αποκαταστάθηκε.
Τέσσερα κτίρια κηρύχθηκαν διατηρητέα, το εργοστάσιο Καστρινάκη (ΦΕΚ 427/Β/27-5-97) το Συγκρότημα «Αθηνά» (ΦΕΚ 813/Β/1-7-02) η παλιά Ηλεκτρική (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94) και οι Αλευρόμυλοι (ΦΕΚ 128/Α.Α.Π./21-11-06).
Δύο κτίρια, το Σαπωνοποιείο και το Μαρμαράδικο κατεδαφίστηκαν πλήρως. Κατεδαφίστηκε και ένα μεγάλο μέρος από τα Ταμπακαριά.
Όλα τα παραπάνω κτίρια βρίσκονται στο παραλιακό μέτωπο της πόλης του Ηρακλείου. Από τους μελετητές της μελέτης ανάδειξης και προστασίας της παλιάς πόλης, που είναι σε εξέλιξη εδώ και μια δεκαετία, είχε προταθεί να γίνει Πανελλήνιος Αρχιτεκτονικός Διαγωνισμός για το παραλιακό μέτωπο. Αν γινόταν τέτοιος διαγωνισμός θα έπρεπε να λάβει υπ΄ όψη ως χαρακτηριστικό στοιχείο του παραλιακού μετώπου την ύπαρξη των βιομηχανικών κτιρίων και να προτείνει τους τρόπους διατήρησης της ιστορικής μνήμης, με διάσωση των κτιρίων και προσαρμογή τους σε νέες χρήσεις. Όμως τέτοιος διαγωνισμός δεν έγινε, ολοκληρωμένος σχεδιασμός για το παραλιακό μέτωπο δεν υπήρξε και τα κτίρια ακολούθησαν καθένα τη δική του διαδρομή. Η διαδρομή αυτή για όλα τα νεώτερα κτίρια είναι τόσο πιο δύσκολη όσο μικρότερη είναι η ηλικία του κάθε κτιρίου, αφού ο αρχαιολογικός νόμος θεωρεί εν δυνάμει διατηρητέα τα κτίρια που έχουν συμπληρώσει τα 100 χρόνια ζωής. Η δικλείδα αυτή αφήνει εντελώς εκτεθειμένα τα νεώτερα κτίρια. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε την απροθυμία των ιδιωτών να διατηρήσουν κτίρια σε περιοχές σχεδίου πόλης με υψηλές αξίες γης όπου καθοριστικός παράγοντας είναι η μέγιστη εκμετάλλευση των γηπέδων, την έλλειψη κινήτρων ή αποζημιώσεων από την πολιτεία, την έλλειψη κουλτούρας διατήρησης και την επιλεκτική στάση απέναντι στο τι χρήζει προστασίας και τι όχι, ακόμα και από ειδικούς (αρχιτέκτονες, αρχαιολόγους κ.λπ.), αντιλαμβανόμαστε γιατί, συνήθως εκ των υστέρω, θρηνούμε σημαντικές απώλειες.
Βιομηχανικά κτίρια στο Ηράκλειο
- Εισαγωγή
Το Ηράκλειο προσδιορίζεται σε όλες τις ιστορικές εποχές ως εμπορικό κέντρο σε συνάρτηση με το ρόλο του ως πόλη-λιμάνι. Προσδιορίζεται ακόμα ως κέντρο μεταποίησης κυρίως των αγροτικών προϊόντων του νησιού που αποτελούσαν το προϊόν των εξαγωγών. Η παράμετρος αυτή, αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της φυσιογνωμίας του, της ταυτότητάς του. Γιαυτό, κάθε προσπάθεια ανάδειξης του χαρακτήρα της πόλης συνδέεται με την ανάδειξη και τη διατήρηση των χώρων όπου αναπτύχθηκε η μεταποιητική δραστηριότητα, των βιομηχανικών κτιρίων της πόλης.
Αυτό δεν θεωρήθηκε αυτονόητο μέχρι σήμερα. Η ανάδειξη του Μινωικού πολιτισμού και, πολύ αργότερα, της περιόδου της Ενετοκρατίας, κι αυτό μέσα από πολύ μεγάλες δυσκολίες, κάθε είδους, που συναντούσαν όσοι επέμεναν στα ζητήματα της προστασίας και ανάδειξης μνημείων, άφησε έκθετα μνημεία νεώτερων εποχών ή ζητήματα πιο σύνθετα.
Τέτοιο σύνθετο ζήτημα, ιδιαίτερα σημαντικό για το Ηράκλειο, είναι αυτό της προστασίας και ανάδειξης του πολεοδομικού ιστού της πόλης. Παρά το γεγονός, ότι το ζήτημα αυτό έχει εντοπιστεί από πολύ παλιά και την τελευταία δεκαετία βρίσκεται σε εξέλιξη μελέτη για την προστασία και ανάδειξη της παλιάς πόλης, η μελέτη αυτή καρκινοβατεί ενώ η πόλη κτίζεται με πρωτοφανείς ρυθμούς.
Από τη μελέτη αυτή, προτείνονται κτίρια προς διατήρηση. Η κατάταξή τους έχει γίνει με κριτήρια ιστορικά και μορφολογικά και όχι με εξειδικευμένο κριτήριο τη χρήση τους και περιορίζεται αυστηρά στα όρια της περιοχής μελέτης, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σήμερα πλήρης καταγραφή των βιομηχανικών κτιρίων της πόλης.
Οι πολύ λίγες αναφορές που γίνονται στη βιομηχανία από ερευνητές και ιστορικούς, στις περισσότερες περιπτώσεις στερούνται χωρικής διάστασης, με αποτέλεσμα ο μόνος δυνατός δρόμος καταγραφής των βιομηχανικών κτιρίων να είναι αυτός της επιτόπιας έρευνας. Μια τέτοια καταγραφή, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη διάσωση του αποθέματος που έχει απομείνει.
- Το εμπόριο και η μεταποίηση
Ο εμπορικός χαρακτήρας της πόλης του Ηρακλείου είναι γνωστός κι αυτονόητος. Αυτό που λείπει είναι η περιγραφή και η τεκμηρίωση της σύνδεσης του εμπορίου με τη μεταποιητική δραστηριότητα, ο πλήρης εντοπισμός των χώρων όπου γινόταν η μεταποίηση και η ανάληψη της ευθύνης για τη διάσωση και την ένταξή τους στη σημερινή πραγματικότητα. Με την εργασία αυτή γίνεται μια προσπάθεια ανάδειξης της αναγκαιότητας να γίνουν τα παραπάνω.
Το Ηράκλειο αναφέρεται ως Eπίνειο της Κνωσσού, Harbor Town κατά τον Arthur Evans. «Η Κνωσός ήταν θαλασσοκράτειρα, με σημαντικό εξαγωγικό εμπόριο, υφάσματα, ξυλεία, κρασί, λάδι, και βότανα και με αντίστοιχο ισοζύγιο εισαγωγών από ελεφαντόδοντο, πολύτιμες πέτρες και μέταλλα από τις αγορές της Αιγύπτου και της Ανατολής, της Μ. Ασίας και του Βορρά» αναφέρει ο Σακελλαράκης (1996: 25-26). Από την εποχή εκείνη, αλλά και από αυτές που ακολούθησαν, διατηρούνται, μέχρι σήμερα, σε ολόκληρο το νησί τα αρχαία πατητήρια που οι αρχαιολογικές έρευνες φέρνουν στο φως.
Φαίνεται ότι οι Άραβες φρόντισαν να οργανώσουν το λιμάνι του Ηρακλείου όχι μόνο ως βάση για τις επιδρομές τους, αλλά και για το εμπόριο τους με άλλες χώρες. Τη Β΄ Βυζαντινή περίοδο «ο Χάνδακας ήταν η μοναδική πολιτεία της Κρήτης με αστική οργάνωση και οργανωμένο λιμάνι, απ΄όπου γινόταν η διακίνηση των εμπορευμάτων στις εκτός νήσου αγορές» (Τζομπανάκη 2000: 22 )
Τον 13ο αιώνα η Κρήτη βρίσκεται στην κατοχή της Βενετίας και έπρεπε να οργανωθεί πολιτικά και στρατιωτικά για να εξυπηρετήσει την κύρια επιδίωξή της: να έχει ένα εμπορικό, εξαγωγικό και διαμετακομιστικό κέντρο ακριβώς στο σταυροδρόμι όλων των εμπορικών δρόμων της Ανατολής. Η πόλη σε σύντομο χρονικό διάστημα έγινε ο κύριος διαμετακομιστικός σταθμός του βενετικού εμπορίου. (Τζομπανάκη 1997: 136) Γύρω στα 1630, η Candia (Ηράκλειο) είναι μια ακμαία οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πόλη, σταυροδρόμι στους θαλάσσιους δρόμους που ένωναν την Ανατολή με τη Δύση. Πληθυσμιακά είναι μια πολύ μεγάλη πόλη, με τα μέτρα της εποχής, με 17.000 κατοίκους περίπου, όσους είχαν τότε ευρωπαϊκές πόλεις όπως η Φραγκφούρτη, η Σιένα, η Γενεύη και η Ζυρίχη. Πάνω από 120.000 κατοίκους είχαν τότε μόνο η Ρώμη, το Λονδίνο, το Παρίσι, η Νεάπολη και η Μαδρίτη. (Παναγιωτάκης 1996: 82) Για την περίοδο της Βενετοκρατίας υπάρχουν οι περισσότερες πληροφορίες, χάρη στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας που η Βικελαία Βιβλιοθήκη Ηρακλείου απέκτησε σε μικροφίλμ το 1992.
Για τη περίοδο της Τουρκοκρατίας, μέχρι το 1821, αν και μεταγενέστερη, οι γνώσεις μας είναι πολύ περιορισμένες. Όμως, αναφέρεται (Δετοράκης 1997:180) ότι τα τελευταία χρόνια παρουσιάστηκαν ορισμένες μελέτες για το εμπόριο της Κρήτης, κυρίως για το εμπόριο του σαπουνιού, μελέτες αξιόλογες καθώς στηρίζονται σε επίσημες πηγές των ξένων Υπουργείων και των εκθέσεων των ξένων προξένων στην Κρήτη το 18ο αιώνα.
Κατά τον Ξανθουδίδη (1964: 89-90), στις αρχές του 18ου στην πόλη της Candia (Ηράκλειο) υπήρχαν δεκαεπτά σαπωνοποιεία που βρισκόταν στο βόρειο μέρος της πόλης και βυρσοδεψεία που ήταν στο δυτικό. Τη σαπωνοποιία δίδαξαν Γάλλοι από την Προβηγκία που ασκούσαν τη δραστηριότητα αυτή στο Κάστρο κι έπειτα στα Χανιά. Η εισαγωγή και εξαγωγή των προϊόντων και εμπορευμάτων στο Κάστρο γινόταν, κατά τον Πρακτικίδη, από 300 ντόπια πλοία. Ο Στ. Ξανθουδίδης αμφισβητεί τον αριθμό αυτό θεωρώντας τον υπερβολικό. Αναφέρει, όμως ότι τα κυριότερα προϊόντα του νησιού ήταν τα δημητριακά, επαρκή για την επιτόπια κατανάλωση και για μικρή εξαγωγή και ότι γινόταν εξαγωγή λαδιού, σαπουνιών, σταφίδας, κρασιού, χαρουπιών, γιαουρτιού, αμύγδαλων, σαλιγκαριών, μεταξιού και λιναρόσπορου, γιατί το λινάρι τότε καλλιεργείτο σε μεγάλη κλίμακα.
Στα 1881 το Ηράκλειο έχει 21.000 κατοίκους, το εμπόριο βρίσκεται ξανά σε έξαρση με επίκεντρο το λιμάνι, που δεσπόζει ανάμεσα στις κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. (Περτσελάκης 1997: 260)
Την περίοδο της Αυτονομίας οι 10.000 Χριστιανοί και άλλοι τόσοι Τούρκοι κάτοικοί του, επιδίδονται σε μια γιγαντιαία προσπάθεια ανασυγκρότησης με την επιστασία των αγγλικών στρατευμάτων. Θεσπίζονται μέτρα και εκτελούνται έργα υποδομής.
Στην πόλη δημιουργούνται νέα εργοστάσια βυρσοδεψίας, οινοπνεύματος, σταφίδας.[1]
- Η πόλη
«Πιστεύω ότι δεν υπάρχει άλλος οικισμός στον κόσμο, που να έχει αλλάξει τόσες φορές όνομα και κυρίαρχο σε διάφορες εποχές, όπως η πόλη αυτή» γράφει ο Σπανάκης (1990: 11) Πράγματι, από το Ηράκλειο της Ελληνορωμαϊκής περιόδου (87 π.Χ. -323 μ.Χ) , στο Κάστρο της Α’ Βυζαντινής (323-828), στο Rabdh el Khandak (Φρούριο της Τάφρου) της αραβικής (828-961), Χάνδακα της Β΄ Βυζαντινής (961-1204), Candia της Βενετοκρατίας (1204-1669), Kandiye της Τουρκοκρατίας 1669-1898), το Ηράκλειο επέστρεψε επίσημα στην αρχική του ονομασία την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας.
Οι Βενετοί βρήκαν το Χάνδακα οχυρωμένο με τα παλιά Βυζαντινά τείχη. Σε σχεδιάγραμμα του 1429 του Buondelmondi φαίνεται ότι η πόλη έχει ήδη επεκταθεί έξω από τη Βυζαντινή οχύρωση. Στο τέλος του 15ου αιώνα κατασκευάστηκε η νέα οχύρωση του Χάνδακα που περιελάμβανε όλα τα προάστια και την παλιά πόλη, σε τέτοια έκταση που να καλύψει τις ανάγκες της πόλης μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Τότε, οι ανάγκες αποκατάστασης των προσφύγων οδήγησαν στη δημιουργία των πρώτων προαστίων έξω από τα τείχη.[2]
Έτσι, η πόλη χτιζόταν πάνω στα συντρίμμια της πόλης, διατηρώντας με εκπληκτικό τρόπο τον πολεοδομικό ιστό, κάθε φορά που μια νέα κατάκτηση, εξέγερση ή σεισμός την κατέστρεφε[3], πολλές φορές ολοκληρωτικά. Τα απομεινάρια της κάθε εποχής συσσωρεύονταν σε στρώσεις, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει σταδιακά η στάθμη της πόλης από 4-6 μ. και τα χρήσιμα υλικά να επαναχρησιμοποιούνται.
![]() |
![]() |
Werdmuller, 1666-68, Gerola, Monumenti Veneti dell’ isola di Creta |
Σύγχρονη αεροφωτογραφία |
Σχεδ. 1 Η πόλη κτίζεται και ξανακτίζεται διατηρώντας τον πολεοδομικό ιστό της |
«Στα τέλη του 19ου αιώνα η πόλη του Ηρακλείου είναι μια τυπική βαλκανική οθωμανική επαρχιακή πόλη, με το κέντρο της να ορίζεται από πολυσύχναστους, πολύβουος δρόμους, αγορές, μεγάλα οικοδομήματα και τις συνοικίες με τη ζωή των πολλών και των φτωχών να οργανώνεται στις μικρές ασύμμετρες πλατείες, τους στενούς φιδωτούς δρόμους και τα αδιέξοδα δρομάκια, τις περιφερειακές αγορές και τα χαμηλά οικοδομήματα. Στο Ηράκλειο διαβιούν έμποροι, μεταπράτες, τεχνίτες και εργάτες, Κρητικοί, Τουρκοκρητικοί, Έλληνες, Οθωμανοί, Εβραίοι, Βαλκάνιοι, Ευρωπαίοι, Πέρσες και Ρώσοι. Οι επιρροές της πολυ-πολιτισμικοτητας αυτής αποτυπώνονται στο χώρο και στους ανθρώπους. Καθώς όμως οι πολιτικές εξελίξεις οδηγούν την Κρήτη στην εθνική ενσωμάτωση, βαθμιαία ο χαρακτήρας της πόλης αλλάζει χωρίς να αποβάλει βασικά χαρακτηριστικά, τα οποία –εξάλλου- διατηρεί μέχρι σήμερα.». (Τζεδάκη 2007: 17)
Το 1922 αρχίζει η κατασκευή του νέου λιμανιού. «900 ατμόπλοια και 250 ιστιοφόρα καταπλέουν ετησίως υπάρχουν συνδέσεις με Αλεξάνδρεια, Βηρυτό Σμύρνη, Τεργέστη, Βενετία, Μασσαλία, Λονδίνο, Αμβούργο… Η πόλη διαθέτει πολλές βιομηχανίες που παράγουν λάδι, σταφίδα, σαπούνι, οινόπνευμα, κίτρα…» (Περτσελάκης 1997: 264)
Για τις ανάγκες του λιμανιού θα κατασκευαστεί το πρώτο ηλεκτρικό εργοστάσιο, που λίγα χρόνια αργότερα θα αποτελέσει τη Δημοτική Επιχείρηση Ηλεκτρισμού. Πρώτοι πελάτες του θα είναι τα βιομηχανικά κτίρια και οι έμποροι της οδού Καλοκαιρινού, του κύριου εμπορικού δρόμου του κέντρου του Ηρακλείου. Το ηλεκτρικό εργοστάσιο θα εγκατασταθεί, στο παραλιακό τμήμα της πόλης, βόρεια της συνοικίας της Αγ. Τριάδας. Στη συνοικία αυτή, κύρια περιοχή εγκατάστασης μουσουλμάνων πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών, θα εγκατασταθεί πλήθος προσφύγων που θα αποτελέσει και το βασικό εργατικό δυναμικό των εργοστασίων που είναι ήδη εκεί εγκατεστημένα και που θα πολλαπλασιαστούν τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τον Ανδριώτη (1997: 241-242), το 1928 από τους κατοίκους του Δήμου Ηρακλείου το 39,3% είχαν γεννηθεί στο Δήμο Ηρακλείου, το 35,9% ήταν πρόσφυγες και το 24,8% ήταν γεννημένοι σε άλλο δήμο ή κοινότητα της Κρήτης, δηλαδή το 1928 ο ένας στους τρεις κατοίκους του Ηρακλείου ήταν πρόσφυγας.
Η Αγία Τριάδα στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας είχε αναπτυχθεί οικιστικά προς τα βορειοδυτικά μέχρι το τείχος. Σημαντική εξέλιξη σημειώνεται στα τέλη του 19ου αιώνα, με την εγκατάσταση μονάδων μεταποίησης στις βορεινές και δυτικές παρυφές της. Πρόκειται για νέες μονάδες, ή μονάδες που απομακρύνθηκαν από την περιοχή της «Κουτάλας» (πάρκο Θεοτοκόπουλου) και αφορούσαν στην κατεργασία καπνού, στην ποτοποιία, σε αλεύρι, λάδι, χαρούπια, ζυμαρικά και αργότερα, στα χρόνια του μεσοπολέμου, σταφίδα, οινόπνευμα, ηλεκτρική ενέργεια. (Μελέτη προστασίας & ανάδειξης παλιάς πόλης 1999: 132)
Το 1936 το Ηράκλειο θα αποκτήσει ρυμοτομικό σχέδιο που θα ρυμοτομεί σχεδόν το σύνολο των κτισμάτων, και θα πολεοδομεί τα τελευταία περιβόλια που είχαν ακόμη διατηρηθεί, κυρίως στο βορειοδυτικό τμήμα της εντός τειχών πόλης.
Το 1958, ένα νέο σχέδιο θα επιβάλλει, εν μέσω σοβαρών αντεγκλήσεων, ακόμα πιο δραστικές ρυμοτομήσεις και θα επεκταθεί εκτός των τειχών. Στο σχέδιο αυτό, η περιοχή νότια του νέου λιμανιού, που τότε ξεκινούσε η κατασκευή των εσωτερικών του λιμενικών έργων, θα χαρακτηριστεί Βιομηχανική Περιοχή μετά από πιέσεις των ίδιων των εγκατεστημένων βιομηχάνων. Όμως βιομηχανική περιοχή επί της ουσίας παραμένει όλη η παραλιακή ζώνη, νότια του λιμανιού, σε ολόκληρο το μέτωπο της συνοικίας της Αγ. Τριάδας και μέχρι τον ποταμό Γιόφυρο, όπου είχαν εγκατασταθεί τα Ταμπακαριά. Η διαδρομή αυτή, όπου στα σχέδια της Τοπογραφικής υπηρεσίας του 1938 φαίνονται ακόμη ανεμόμυλοι, αποτελούσε και τη διαδρομή του τραίνου τύπου Ντεκοβίλ που κουβαλούσε τους ογκόλιθους για την κατασκευή του νέου λιμανιού.
- Η καταγραφή βιομηχανικών μνημείων από Ο.Ε. του ΤΕΕ/ΤΑΚ
Το 1996 το ΤΕΕ/ΤΑΚ σύστησε δύο Ομάδες Εργασίας, για τους νομούς Ηρακλείου και Λασιθίου με σκοπό την «Καταγραφή και αξιολόγηση των παλαιών βιοτεχνικών – βιομηχανικών κτιρίων στην Ανατολική Κρήτη και διερεύνηση αξιοποίησής τους σε νέες χρήσεις». Την εργασία χρηματοδότησε η Περιφέρεια Κρήτης από το υποπρόγραμμα «Εφαρμογή» του ΠΕΠ Κρήτης 1994-1999.
Δέκα χρόνια μετά, το 2006, κατέγραψα (Σφακιανάκη 2006:34) το τι έχει συμβεί για καθένα από τα κτίρια που είχε εντοπίσει η Ομάδα Εργασίας για το Ν. Ηρακλείου, για την περιοχή του Δήμου Ηρακλείου. Σήμερα, υπάρχουν ακόμα νεώτερες εξελίξεις.
Τα κτίρια που καταγράφηκαν για το Δήμο Ηρακλείου ήταν οκτώ:
- Οι Κυλινδρόμυλοι Καστρινάκη, στη αρχή της λεωφόρου Ικάρου.
- Το Συγκρότημα «Αθηνά», στη λεωφόρο Ικάρου.
- Το Μαρμαράδικο, στη λεωφόρο Ικάρου, στάση Μαρινάκη
- Το Σαπωνοποιείο, στη λεωφόρο Σοφοκλή Βενιζέλου, Μελισσηνών και Δαμβέργηδων, Αγ. Τριάδα
- Τους Αλευρόμυλους, στη λεωφόρο Σοφοκλή Βενιζέλου, Αγ. Τριάδα
- Το κτίριο της Ηλεκτρικής, στη λεωφόρο Σοφοκλή Βενιζέλου
- Το Καπνοκοπτήριο, στην οδό Σκορδυλών, Αγία Τριάδα
- Τα Ταμπακαριά, στη δυτική παραλιακή, πριν τον ποταμό Γιόφυρο
Τα κτίρια που είχαν καταγραφεί βρίσκονται όλα στην παραλιακή ζώνη του Ηρακλείου ή σε στενή γειτνίαση με αυτήν, εντός τειχών ή αμέσως έξω απο αυτά, με εξαίρεση τα Ταμπακαριά, που είχαν κατασκευαστεί δυτικότερα για να βρίσκονται σε μεγαλύτερη απόσταση από τις κατοικημένες περιοχές εξαιτίας της δυσοσμίας που προκαλούσε η κατεργασία των δερμάτων.
Στην παρουσίαση δεν συμπεριλαμβάνονται αρκετά βιομηχανικά κτίρια. Ενδεικτικά αναφέρονται:
- Το συγκρότημα κτιρίων στην αρχή της Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και άλλα κτίρια στον ίδιο δρόμο που από τη Μελέτη της Παλιάς Πόλης προτείνεται να διατηρηθούν.
- Άλλα μικρότερα εργοστάσια, κυρίως στη γειτονιά της Αγ. Τριάδας, μεταξύ των οποίων το εργοστάσιο Μακράκη που χαρακτηρίστηκε διατηρητέο από τον Συνεταιρισμό των Φαρμακοποιών Κρήτης και στεγάζει την αποθήκη του, το Ελαιουργείο Σαββάκη στην οδό Σαβαθιανών και το Σταφιδεργοστάσιο στην οδό Στρ. Φαϊτάκη, των οποίων επίσης προτείνεται η διατήρηση.
- Το σταφιδεργοστάσιο της ΚΣΟΣ, κατασκευής 1935, που από την ίδια μελέτη προτείνεται η κατεδάφισή του για να γίνει …χώρος στάθμευσης και πάρκο για παιδιά με θέμα τα οχυρωματικά έργα και τη τεχνική της πολιορκίας![4]
- Το εργοστάσιο στην περιοχή Τάλως, με μια από τις τελευταίες καμινάδες στο Ηράκλειο να σηματοδοτεί τον ορίζοντα της οδού Ηφαίστου προς τη θάλασσα, που προτείνεται η διατήρησή του από άλλη μεταγενέστερη μελέτη.[5]
- Το σταφιδεργοστάσιο Διαλυνά, στις οδούς Αγίου Τίτου και Ιδομενέως που πρόσφατα κατεδαφίστηκε, αν και προτεινόμενο για διατήρηση από τη μελέτη της παλιάς πόλης.
- Το βιομηχανικό συγκρότημα στην οδό Ικάρου ανατολικότερα του συγκροτήματος «Αθηνά».
Εξ άλλου, το 1996 είχαν ήδη κατεδαφιστεί η Καστέλλα, κτίριο αποθηκών, το εργοστάσιο ποτοποιίας του Κονιόρδου στη συμβολή Χάνδακος και Παραλιακής λεωφόρου και, ενδεχομένως, του Φωστηρόπουλου στη Χανιόπορτα.
Ας δούμε όμως τι έγινε με τα οκτώ κτίρια που καταγράφηκαν το 1996 από την Ο.Ε. του ΤΕΕ/ΤΑΚ.
Ένα από αυτά, το Καπνοκοπτήριο είχε την ευτυχέστερη έναντι όλων των άλλων προοπτική. Στον κηρυγμένο, από το 1947, περίβολο όπου υπήρχε επί Βενετοκρατίας ορθόδοξη μονή καλογραιών, το Monasterio Greco Madonna Akrotiriani, παράρτημα της μονής Τοπλού στη Σητεία, επί Τουρκοκρατίας λειτούργησε στρατώνας, έπειτα ορφανοτροφείο και στη συνέχεια Καπνοκοπτήριο. (Σπανάκης 1964:228) Το κτίριο αποκαταστάθηκε από την 13η Εφορεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, και εγκαταστάθηκε εκεί η ίδια.
Τέσσερα κτίρια κηρύχθηκαν διατηρητέα: το εργοστάσιο Καστρινάκη (ΦΕΚ 427/Β/27-5-97) το Συγκρότημα «Αθηνά» (ΦΕΚ 813/Β/1-7-02), η παλιά Ηλεκτρική (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94) και οι Αλευρόμυλοι (ΦΕΚ 128/Α.Α.Π./21-11-06). Αυτό, όμως, δεν στάθηκε και καθοριστικό και την διάσωση τους.
Το εργοστάσιο Καστρινάκη, το παλιότερο τμήμα του οποίου κτίστηκε πριν το 1900, αφού φαίνεται σε φωτογραφία του Giuseppe Gerola του 1900, όχι μόνο κινδυνεύει όσο δεν αναλαμβάνεται πρωτοβουλία για τη στερέωση και αξιοποίησή του αλλά και δεν διαφαίνεται να υπάρχει κάποιο τέτοιο σχέδιο γι αυτό από κανένα.
Η προοπτική του συγκροτήματος «Αθηνά» μοιάζει ευνοϊκότερη αφού, αφενός βρίσκεται σε καλή κατάσταση, αφετέρου εντάσσεται στη μελέτη του ανατολικού πολεοδομικού κέντρου με στόχο να στεγάσει υπηρεσίες του Δήμου, που φαίνεται να ενδιαφέρεται για την απόκτησή του. Η κήρυξη, όμως αφορά μόνο στα παλιότερα κτίσματα Α, Β και Γ του συγκροτήματος, του τέλους του 19ου αιώνα και την πλινθόκτιστη καμινάδα.
Η παλιά Ηλεκτρική δεν υπάρχει πια. Παρά το γεγονός ότι το κεντρικό κτίριο είχε κηρυχθεί διατηρητέο, κατεδαφίστηκε για την ανέγερση του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας τον Αύγουστο του 2003. Μοναδικό απομεινάρι η νότια πρόσοψη του κτιρίου, θα θυμίζει το πρώτο ηλεκτρικό εργοστάσιο της πόλης. Σήμερα, η εκτέλεση εργασιών ανατολικά και δυτικά του κτιρίου αποκάλυψαν τις παρειές της Piattaforma Santa Veneranda του παράλιου τείχους.
Άλλα τρία από τα κτίρια ή συγκροτήματα κτιρίων κατεδαφίστηκαν εν μέρει ή πλήρως. Πρόσφατα κατεδαφίστηκε το Σαπωνοποιείο στην Σοφοκλή Βενιζέλου, Μελισσηνών και Δαμβέργηδων, παρά το γεγονός ότι ήταν ένα από τα 400 περίπου αξιόλογα κτίρια που είχαν καταγραφεί προκειμένου να διατηρηθούν, εκτός από την Ο.Ε. του ΤΕΕ/ΤΑΚ και από τη μελέτη της παλιάς πόλης. Στη θέση του υψώνεται πολυκατοικία. Το εργοστάσιο καταλάμβανε ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο και αποτελούσε ένα σύνολο μαζί με τους Αλευρόμυλους, δυτικά από αυτό. Από τα κτίρια του συγκροτήματος των Αλευρόμυλων, επίσης προτεινόμενα για διατήρηση, έχει κηρυχθεί διατηρητέο μόνο ένα και έχουν κατεδαφιστεί άλλα στο νότιο τμήμα του γηπέδου.
Από το Μαρμαράδικο της οδού Ικάρου, το 2006 παρέμενε περίπου το ένα τρίτο του κτίσματος, όπου αντιστοιχούν οι τρεις φεγγίτες που φαίνονται στο ανατολικότερο τμήμα. Σήμερα δεν υπάρχει πιά. Στο πρόσφατα κατεδαφισμένο ανατολικό τμήμα κτίζεται νέα οικοδομή, ενώ στη θέση του υπόλοιπου εκτείνεται ο χώρος στάθμευσης παρακείμενου κέντρου διασκέδασης. Τα Ταμπακαριά, σύμφωνα με την Ο.Ε. του ΤΕΕ/ΤΑΚ, αποτελούσαν «ένα αξιόλογο σύνολο με δυνατότητα αξιοποίησης τους για διάφορες χρήσεις». Η «λύση» που προκρίθηκε ήταν τη θέση των ανατολικότερων από αυτά να καταλάβει η δυτική παραλιακή λεωφόρος. Από το δυτικό τμήμα του συνόλου συνεχίζει να περνάει ο παλιός δρόμος. Τα κτίρια που βρίσκονται νότια του δρόμου έχουν ενταχθεί σε οικοδομικά τετράγωνα του σχεδίου πόλης. Τα κτίρια βόρεια του δρόμου έχουν ενταχθεί σε οικοδομικά τετράγωνα από τα οποία τρία χαρακτηρίζονται κοινόχρηστοι χώροι και ένα οικοδομήσιμο.
![]() |
Επεξεργασία σχεδίου, Σφακιανάκη Β., 2006 |
Σχεδ. 4 Στη θέση που ήταν τα Ταμπακαριά κατασκευάστηκε η δυτική παραλιακή λεωφόρος και «εισέβαλε» το σχέδιο πόλης. |
Από τη μελέτη χάραξης αναπτυξιακών κατευθύνσεων για τις υποβαθμισμένες περιοχές του δυτικού παραλιακού μετώπου Ηρακλείου Κρήτης (2004) προτείνεται η κήρυξη ως διατηρητέων των αξιόλογων στοιχείων βιομηχανικής κληρονομιάς και παραδοσιακών τεχνικών έργων, η αποκατάσταση και προστασία τους καθώς επίσης και η επανάχρηση ορισμένων από αυτά με σύγχρονες λειτουργίες κοινωνικού πολιτιστικού χαρακτήρα. Συγκεκριμένα προτεινόταν η αποκατάσταση τεσσάρων από τα κτίρια των παλιών βυρσοδεψείων και μια πλινθόκτιστης καμινάδας με ένταξη του έργου σε συγκεκριμένο μέτρο του ΠΕΠ Κρήτης.
- Οι νέοι αρχιτέκτονες ενδιαφέρονται για τα βιομηχανικά κτίρια
Ενδιαφέρουσες προτάσεις για κάποια από τα βιομηχανικά κτίρια έχουν διατυπωθεί από νέους αρχιτέκτονες, των οποίων οι διπλωματικές εργασίες παρουσιάστηκαν στην έκθεση «Τόπος + Αρχιτεκτονική» που διοργάνωσε ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Ν. Ηρακλείου το Φεβρουάριο του 2006.
Το εργοστάσιο Καστρινάκη, αποτέλεσε μέρος του αντικειμένου της διπλωματικής εργασίας των αρχιτεκτόνων Κατερίνας Βασιλειάδη και Γιάννη Πετράκη «Χάνδακας: τείχη, ιστός, συνδέσεις, συρραφή της ασυνέχειας». Προτείνεται η ένταξή του στο θέατρο της τάφρου. (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης 1998)
Στη διπλωματική εργασία των αρχιτεκτόνων Μύρωνος Καλλιγιανάκη και Κατερίνας Στεφανοπούλου «Σχεδιάζοντας για την ανατολική τάφρο του Ηρακλείου» προτείνεται η επανάχρηση του ίδιου εργοστασίου ως μουσείο του εαυτού του (αλευρόμυλος) και του, τότε ερειπωμένου, μαρμαράδικου ως θερινού κινηματογράφου. (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο 2001)
Ένα «Μουσείο σύγχρονης τέχνης στην παλιά ηλεκτρική» εγκατέστησε ο αρχιτέκτονας Γιάννης Κουβίδης. (Instituto Universitario di Architettura di Venezia 2001)
Στην «Πραγματεία σχετικά με το όριο» η αρχιτέκτονας Μαρώ Σαριδάκη εστιάζεται σε μια μελέτη αστικού σχεδιασμού στην Ενετική οχύρωση και συγκεκριμένα στην πύλη του Παντοκράτορα, αναγνωρίζοντας και εμπλέκοντας και τις εκεί βιομηχανικές εγκαταστάσεις. (Edinburgh College of Art Heriot –Watt University 1999)
- Επίλογος
Από τους μελετητές της μελέτης ανάδειξης και προστασίας της παλιάς πόλης, είχε προταθεί για το παραλιακό μέτωπο της πόλης Πανελλήνιος Αρχιτεκτονικός Διαγωνισμός. Αν γινόταν τέτοιος διαγωνισμός θα έπρεπε να λάβει υπ΄ όψη ως χαρακτηριστικό στοιχείο του παραλιακού μετώπου την ύπαρξη των βιομηχανικών κτιρίων και να προτείνει τους τρόπους διατήρησης της ιστορικής μνήμης, με διάσωση των κτιρίων και προσαρμογή τους σε νέες χρήσεις. Τέτοιος διαγωνισμός δεν έγινε, ολοκληρωμένος σχεδιασμός για το παραλιακό μέτωπο δεν υπήρξε και τα κτίρια ακολούθησαν καθένα τη δική του διαδρομή. Η διαδρομή αυτή, για όλα τα νεώτερα κτίρια, είναι τόσο πιο δύσκολη όσο μικρότερη είναι η ηλικία του κάθε κτιρίου, αφού ο αρχαιολογικός νόμος θεωρεί εν δυνάμει διατηρητέα τα κτίρια που έχουν συμπληρώσει τα 100 χρόνια ζωής. Η δικλείδα αυτή αφήνει εντελώς εκτεθειμένα τα νεώτερα κτίρια. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε την απροθυμία των ιδιωτών να διατηρήσουν κτίρια σε περιοχές σχεδίου πόλης με υψηλές αξίες γης όπου καθοριστικός παράγοντας είναι η μέγιστη εκμετάλλευση των γηπέδων, την έλλειψη κινήτρων ή αποζημιώσεων από την πολιτεία, την έλλειψη κουλτούρας διατήρησης και την επιλεκτική στάση απέναντι στο τι χρήζει προστασίας και τι όχι ακόμα και από ειδικούς (αρχιτέκτονες, αρχαιολόγους κ.λπ.), αντιλαμβανόμαστε γιατί, συνήθως εκ των υστέρω, θρηνούμε σημαντικές απώλειες.
Η συγκυρία αξιοποίησης του παραλιακού μετώπου με δημιουργία ελεύθερων χώρων και έργων υποδομής στην περιοχή από το 2003 μέχρι σήμερα, ήταν η ευκαιρία για την διάσωση και αξιοποίησή τους εάν επικρατούσε η λογική της διατήρησης και αρμονικής ένταξής τους. Τέτοια λογική δεν επικράτησε μέχρι σήμερα. Όμως υπάρχει ακόμα χρόνος, για όσα από αυτά δεν βρέθηκαν, μέχρι τώρα, μπροστά στη μπουλντόζα της «ανάπτυξης». Αρκεί να πιστέψουμε σ΄αυτό που επισημαίνει ο Σεφέρης, «σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν, σβήνει κανείς και ένα κομμάτι από το μέλλον», να επικεντρωθούμε στο στόχο να «γράφουμε» το μέλλον, χωρίς να «σβήνουμε» σημαντικά κομμάτια του και τότε θα βρεθούν και τα μέσα και οι πόροι και τα κίνητρα!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ανδριώτης, Ν. (1997), Η άφιξη των Μικρασιατών προσφύγων στην Κρήτη, Ο Μίτος της Αριάδνης, σελ. 241-242, Έκδοση (2000) Ηράκλεια Πρωτοβουλία, Ηράκλειο
Δετοράκης, Θ., (1997), Το Ηράκλειο κατά την περίοδο των μεγάλων επαναστάσεων, Ο Μίτος της Αριάδνης, σελ.180, Έκδοση (2000) Ηράκλεια Πρωτοβουλία, Ηράκλειο
Κοτζαμπόπουλος, Αλ. & Σκλαβούνος, Γ. Συμπράττοντα γραφεία (2004), Μελέτη χάραξης αναπτυξιακών κατευθύνσεων για τις υποβαθμισμένες περιοχές του δυτικού παραλιακού μετώπου Ηρακλείου Κρήτης, Αναθέτουσα Αρχή: Δήμος Ηρακλείου,
Ξανθουδίδης, Στ. (1964), Ιστορικά σημειώματα, σελ. 89-90 Επιμέλεια και συμπληρωματικαί σημειώσεις Στυλιανού Αλεξίου Εφόρου Αρχαιοτήτων, Ηράκλειο
Παναγιωτάκης, Ν. (1996), Οι αναμνήσεις ενός Κρητικού πρόσφυγα από το Χάνδακα, Ο Μίτος της Αριάδνης, σελ. 82, Έκδοση (2000) Ηράκλεια Πρωτοβουλία, Ηράκλειο
Περτσελάκης Γ. (1997), Ηράκλειο: Χάος με χάρη, Ο Μίτος της Αριάδνης, σελ. 260, 264, Έκδοση (2000) Ηράκλεια Πρωτοβουλία, Ηράκλειο
Πρακτικίδης, Ζ. (1818) Χωρογραφία της Κρήτης, Αρχική έκδοση (1900), Ερμούπολη Σύρου, Νέα έκδοση (1983) ΤΕΕ/ΤΑΚ, Ηράκλειο
Σακελλαράκης, Γ. (1996), Η ευρύτερη περιοχή του Ηρακλείου στην προϊστορική εποχή, Ο Μίτος της Αριάδνης σελ. 25-26, Έκδοση (2000) Ηράκλεια Πρωτοβουλία, Ηράκλειο
Σπανάκης, Στ (1990), Το Ηράκλειο στο πέρασμα των αιώνων, σελ. 11 Έκδοση Δήμου Ηρακλείου, Ηράκλειο
Σπανάκης, Στ. (1964), Κρήτη, Α΄ Τόμος, σελ. 228, Ηράκλειο
ΤΕΕ/ΤΑΚ, (1996), Ομάδα Εργασίας: Καταγραφή και αξιολόγηση των παλαιών βιοτεχνικών – Βιομηχανικών κτιρίων στην Ανατολική Κρήτη και διερεύνηση αξιοποίησης τους σε νέες χρήσεις, Περιοχή δήμου Ηρακλείου, Τόμος 4
Τζεδάκη – Αποστολάκη, Λ. (2005), Ηράκλειο 1920-1940, Οι άνθρωποι και η πόλη, Ιδιόφωνο 11 (Δεκ 2005), Έκδοση, μουσικός σύλλογος Απόλλων, Ηράκλειο
Τζεδάκη – Αποστολάκη, Λ. (2007), Η ζωή εν άστει, Ηράκλειο 1898-1940, Ιδιόφωνο 13 σελ. 17 (Οκτ 2007), Έκδοση μουσικός σύλλογος Απόλλων, Ηράκλειο
Τζομπανάκη, Χρ.(2000), Το Ηράκλειο εντός των τειχών, σελ. 22, Έκδοση ΤΕΕ/ΤΑΚ, Ηράκλειο
Τζομπανάκη, Χρ.(1997) Τα τείχη του Χάνδακα, Ο Μίτος της Αριάδνης, σελ.136 Έκδοση (2000) Ηράκλεια Πρωτοβουλία, Ανεξάρτητη δημοτική παράταξη, Ηράκλειο
Σφακιανάκη, Β. (2006), Βιομηχανικά κτίρια στο Ηράκλειο, Ταυ 64 (Ιαν/Φεβ2006) έκδοση ΤΕΕ/ΤΑΚ, Ηράκλειο
Φίλων & Φιλόπολις Συμπράττοντα Γραφεία (1999) Μελέτη, Προστασία και Ανάδειξη της Παλιάς Πόλης Ηρακλείου, Πολεοδομική Μελέτη Ανάπλασης, Α΄φάση, σελ. 132, Αναθέτουσα Αρχή: Δήμος Ηρακλείου
ΔΕΠΟΣ, (2002) Απογραφή αξιόλογων για διατήρηση κτιρίων, Αναθέτουσα Αρχή: Δήμος Ηρακλείου
Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Νομού Ηρακλείου (2006) Κατάλογος Έκθεσης, Τόπος + Αρχιτεκτονική, Ηράκλειο
Παρουσιάστηκε στο Συνέδριο «Η βιομηχανική κληρονομιά της Δωδεκανήσου»
Ρόδος 11-13 Σεπτεμβρίου 2008
και δημοσιεύθηκε στα πρακτικά του Συνεδρίου
[1] Το 1898 ο Νικόλαος Καστρινάκης ιδρύει τον «Αλευρόμυλο Καστρινάκη», ενώ την ίδια χρονιά συστήνονται οι εμπορικοί οίκοι «Κωνσταντίνος Γ. Λιοπιράκης» και «Γ. Αποστολάκης». Το 1904 ιδρύεται η οινοπνευματοποιία «Φαιστός» από τους Ξενάκη και Λιανά. Το αυξημένο ενδιαφέρον της διεθνούς αγοράς για την ελληνική σταφίδα ωθεί, το 1909, τον Γεώργιο Μ. Διαλλινά στη σύσταση της ομώνυμης εταιρίας επεξεργασίας και εμπορίας σταφίδας. Το 1911 ιδρύεται το πυρηνελαιουργείο «Αθηνά» των Λιαπάκη – Αλεπουδέλη – Βασιλάκη – Ταλιάνη και το 1912 το «Εργοστάσιο Ζυμαρικών Ηράκλειον Κρήτης» (Ε.Ζ.Η.Κ.) των Γρυλιωνάκη – Ανωγειαννάκη – Γεωργιάδη & Σία. Στα 1913, λίγους μήνες πριν την επίσημη ένωση με την Ελλάδα, ο Γεώργιος Ε. Μιτσοτάκης ιδρύει ατμοκίνητο εργοστάσιο ελαιουργίας. (Στοιχεία από ιστοσελίδα δήμου Ηρακλείου)
[2] Ο αριθμός των κατοίκων στα 1913 ήταν 25.000 και το 1928, με την έλευση των προσφύγων, 40.000.
[3] Στη «Χωρογραφία της Κρήτης» αναφέρεται ότι ο σεισμός της 5ης Φεβρουαρίου του 1910 κατέστρεψε τα δύο τρίτα της πόλης. Εξάλλου το 1856 ο σεισμός άφησε 538 νεκρούς και 18 σπίτια κατοικήσιμα από τα 3.620 του Ηρακλείου.
[4] Επιχειρήματα της κατεδάφισης για το συγκεκριμένο κτίριο, εκτός αυτού της εξεύρεσης ελεύθερων χώρων αποτελεί η γειτνίασή του με το Ενετικό τείχος. Όμως, είναι ολέθριο να αναζητούνται με τέτοιους όρους ελεύθεροι χώροι σε ιστορικά κέντρα, όπως είναι και μονομερής η αντίληψη η ανάδειξη μνημείων μιας εποχής να επιβάλλει την καταστροφή δειγμάτων άλλων εποχών.
[5] «Μελέτη χάραξης αναπτυξιακών κατευθύνσεων για τις υποβαθμισμένες περιοχές του δυτικού παραλιακού μετώπου Ηρακλείου Κρήτης» – (2004)