Ζώντας από απόσταση το κίνημα στις Σκουριές της Χαλκιδικής, πολλοί από μας ευαισθητοποιήθηκαν νιώθοντας έντονα ότι ο αγώνας αυτός μας αφορά όλους.
Πρόκειται μόνο για αλληλεγγύη σε μια τοπική κοινωνία που αγωνίζεται;
Πρόκειται μόνο για αγανάκτηση επειδή επιβάλλεται μια δραστηριότητα που η τοπική κοινωνία απορρίπτει και που περιλαμβάνει πρωτοφανείς μεθόδους καταστολής;
Πρόκειται για υποκριτικές περιβαλλοντικές ευαισθησίες και ανεύθυνη στάση τοπικών κοινωνιών –δική τους και δική μας- που θέλουμε την ανάπτυξη αλλά όχι στην αυλή μας;
Στην πραγματικότητα είναι κάτι πιο βαθύ. Είναι η αμφισβήτηση της έννοιας της ανάπτυξης -έτσι όπως εκφέρεται- που μας φέρνει κοντά, η κοινή διαπίστωση ότι αυτού του είδους η ανάπτυξη δεν αφορά στην κοινωνία κι αποφασίζεται ερήμην κι εναντίον της!
Είναι, παράλληλα, η κακοποίηση της έννοιας του περιβάλλοντος και μαζί όλων αυτών που το υπερασπίζονται.
Βολεύει να λέγεται ότι η προστασία του περιβάλλοντος είναι οικολογικές ανησυχίες βολεμένων.
Βολεύει να καθησυχάζουν τον κόσμο ότι υπάρχει μια νομοθεσία -λένε μάλιστα πολύ αυστηρή- για την προστασία του περιβάλλοντος.
Πίσω απ’ όλα αυτά κρύβουν επιμελώς ότι, με πρόσχημα κάποιους περιβαλλοντικούς όρους -που ισχυρίζονται πως μπορεί να αντιμετωπίσουν επιπτώσεις, ακόμη και μη αναστρέψιμες- κάποιοι προαποφασίζουν έργα, που επί της ουσίας επιτρέπεται να γίνονται παντού, για την ακρίβεια όπου οι «επενδυτές» επιλέξουν.
Ακόμα χειρότερα είναι τα κριτήρια, με βάση τα οποία αποφασίζονται τα έργα: οι οικονομοτεχνικές μελέτες, η δημόσια ωφέλεια και το ποιός οφελείται τελικά, έχουν υποκατασταθεί από μελέτες που εξετάζουν μόνο την επιχειρηματική βιωσιμότητα των έργων.
Η πραγματικότητα συσκοτίζεται και από το γεγονός, ότι ένας πρόσφορος τρόπος αντίδρασης –και γι αυτό αξιοποιείται- είναι οι προσφυγές στο ΣτΕ για λόγους περιβαλλοντικούς, αφού «η προστασία του περιβαλλοντος αποτελεί όχι μόνο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση του καθενός».
Ωστόσο κανένα διεκδικητικό κίνημα δεν βλέπει στενά και μόνο την έννοια του περιβάλλοντος, όπως λέγεται ότι τη βλέπουν. Οι προεκτάσεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο είναι τεράστιες και καθοριστικές.
Άλλοι με πιο συνειδητό τρόπο κι άλλοι όχι, βλέπουμε στο περιβάλλον τον εαυτό μας, τις δραστηριότητές μας, την ίδια τη ζωή μας και την προοπτική μας να χάνεται.
Και πως να μην το βλέπουμε έτσι, όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα πρότυπο ανάπτυξης που εξελίσσεται με κύρια χαρακτηριστικά τη μεγέθυνση των επιχειρήσεων και την απορρόφηση των μικρών, τη μονοπώληση όλων των δραστηριοτήτων και την συγκέντρωσή τους σε λίγα χέρια, την κατασπατάληση των φυσικών πόρων με τη λογική του «ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε», για να τροφοδοτηθεί ο ανταγωνισμός και το καταναλωτικό μοντέλο.
Πως να μην το βλέπουμε έτσι, όταν το ίδιο μοντέλο τροφοδοτεί ανισότητες, εξαθλιώνει κοινωνίες, κατανέμει ρόλους και βάζει στο στόχαστρο όποιον αντισταθεί στα εκβιαστικά διλήματα.
Πως να μην το βλέπουμε έτσι, όταν την ίδια στιγμή που τροφοδοτείται η απογοήτευση ότι ο πρωτογενής τομέας δεν πάει καλά και ενθαρρύνεται έτσι η τάση εγκατάλειψής του, διαβάζουμε ότι η “αρπαγή” γης εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη με την είσοδο στη γεωργία μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων[1] και ότι η μισή γεωργική γη στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανήκει ήδη στο 3% των μεγάλων εταιρειών. Σε ορισμένες χώρες της ΕΕ, η ιδιοκτησία της γης είναι τόσο άνιση όσο στη Βραζιλία, την Κολομβία και τις Φιλιππίνες.
Όταν κι εδώ στη χώρα μας σχεδιάζονται τεράστια έργα στον πρωτογενή τομέα και μάλιστα σε συνδυασμό με ενεργειακά έργα, από εταιρείες όπως η ΤΕΡΝΑ που μας είναι γνωστή εδώ στην Κρήτη από τα έργα βΑΠΕ[2].
Όταν τα έργα αυτά υποδεικνύονται από μελέτες[3] που προσδιορίζουν «το νέο μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας» και χορηγούν φορείς όπως ο ΣΕΒ και η Ελληνική Ένωση Τραπεζών.
Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι αν θα επιβιώσει ο πρωτογενής τομέας, αλλά ποιός θα τον ασκεί, με ποιόν τρόπο θα τον ασκεί, τι θα παράγει και τι θα καταστρέφει.
Το ίδιο προφανώς ισχύει και για άλλους κλάδους και ειδικά για τον τουρισμό, για την ενέργεια και το εμπόριο.
Η βίαιη επιβολή αυτού του μοντέλου και στη χώρα μας, μέσω μνημονίων, επιτελείται με καταστροφή παραγωγικών δραστηριοτήτων και αρπαγή της γης.
Εκτελείται με μόνο εθνικό σχεδιασμό την αποφυγή σχεδιασμού σε όλους τους τομείς παραγωγικών δραστηριοτήτων και τη φωτογραφική χωροθέτηση κάθε είδους έργων.
Οι «επενδυτές» επιλέγουν τους τόπους, τα μεγέθη, υποδεικνύουν την κατάλληλη νομοθεσία για την πραγματοποιήσή τους και μαλώνουν την κυβέρνηση όταν δεν τους βγαίνει το αποτέλεσμα! Υποδεικνύουν και την προνομιακή μεταχείριση – βαφτίζοντας τα έργα ως εθνικής σημασίας- τις φαστ τρακ διαδικασίες, τα κίνητρα και τα ειδικά εργασιακά καθεστώτα.
Η εικόνα του τόπου και της κοινωνίας μετά από την αποτύπωση αυτών των πολιτικών στο χώρο δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιά θα είναι. Δεν το ξέρουν ούτε αυτοί που προωθούν αυτή την «ανάπτυξη». Δεν τους ενδιαφέρει. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η κερδοφορία, οι απρόσωποι δείκτες -όπως το ΑΕΠ- και η δημιουργία μιας πλαστής εικόνας αισιοδοξίας που να κοιμίζει με ασφάλεια την κοινωνική αμφισβήτηση και αντίδραση. Η εικόνα του χώρου που θα προκύψει – αν δεν αντιδράσουμε- θα αντανακλά αποκλειστικά και μόνο το αποτέλεσμα από τη σύγκρουση επιχειρηματικών συμφερόντων, που είναι αντικρουόμενα και ανταγωνιστικά, τόσο μεταξύ όμοιων παραγωγικών δραστηριοτήτων, όσο και μεταξύ δραστηριοτήτων με εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα (γεωργία – τουρισμός – ενέργεια κλπ.), που προφανώς έχουν και διαφορετικές απαιτήσεις.
Ας δούμε λίγο τι γίνεται στην Κρήτη στον τομέα των λεγόμενων Μεγάλων Επενδύσεων
- ΕΞΟΡΥΞΕΙΣ
Στην Κρήτη δεν είχαμε μέχρι τώρα μεγάλο πρόβλημα με εξορύξεις, αν εξαιρέσουμε τη λατομική δραστηριότητα και την εξόρυξη γύψου. Λέμε μέχρι τώρα, γιατί «ξαφνικά» μας προέκυψε η προοπτική εξόρυξης υδρογονανθράκων.
Χρειαζόμαστε πληροφόρηση. Πρέπει να αποκτήσουμε πλήρη εικόνα για το πως επηρεάστηκε η Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία από τις εξορύξεις στον Πρίνο, αλλά και για το ποιά είναι και πόση, η συνεισφορά της δραστηριότητας αυτής στην τοπική και εθνική οικονομία. Πρέπει να συνυπολογίσουμε οτι μιλάμε για διαφορετικά μεγέθη και –κυρίως- για διαφορετικές πολιτικές συνθήκες, σε σχέση με τις εξορύξεις στον Πρίνο. Και βέβαια το γεγονός ότι πάντα υπάρχει το ενδεχόμενο ενός ατυχήματος με πολλαπλές συνέπειες.
Είναι βέβαιο ότι υπάρχει στην Κρήτη μια κινητικότητα για δέσμευση γης για «υποστηρικτικές υπηρεσίες».
Αυτό που δε μας λένε, είναι ότι εκτός από τα «θαλάσσια οικόπεδα», στους χάρτες των εξορύξεων απεικονίζονται και «χερσαία οικόπεδα» πάνω στο νησί.
Το άλλο που δε λένε, είναι ότι όλα τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου είναι δεσμευμένα στην αποπληρωμή του χρέους.
- ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ – ΠΑΡΑΘΕΡΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ
Τις τελευταίες δεκαετίες στην Κρήτη κυρίαρχη θέση στην οικονομία κατείχε η αγοραπωλησία γης. Την 5ετία 2005-9, η διαχείριση ακίνητης περιουσίας αντιστοιχούσε στο 52% των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου![4]
Γράφτηκαν πολλά για μεγάλες επενδύσεις, τουριστικές και παραθεριστικής κατοικίας και υλοποιήθηκαν σωρεία μικρότερων.
Μεταξύ αυτών η εμβληματικότερη παραμένει αυτή στο Κάβο Σίδερο (Μονή Τοπλού). Δεν είναι πολύ γνωστό ότι νοτιοανατολικά απ΄αυτήν «ωριμάζει» στον ίδιο τόπο μια άλλη μεγαλύτερη μονάδα, 2150 κλινών, στο Κάβο Πλάκο.
Ο τόπος αυτός είναι μια παρθένα περιοχή, τμήμα του Δικτύου Νατούρα, με διάσπαρτους αρχαιολογικούς χώρους και γεωλογικά μνημεία, που σε άλλες χώρες ή υπό άλλες προϋποθέσεις, θα τον είχαν καταστήσει προ πολλού φυσικό – αρχαιολογικό πάρκο.
Αυτό που δε μας λένε, όταν υπόσχονται ότι τέτοιες επενδύσεις θα φέρουν την ανάπτυξη, αλλά αναδεικνύει η Christine Richter, Οικονομολόγος, Γεν. Γραμματέας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ταξιδιωτικών Συντακτών & Ανταποκριτών, σε άρθρο της για τον τουρισμό[5] είναι ότι δεν υπάρχει ούτε μία χώρα που να γνωρίζει με ακρίβεια το καθαρό κέρδος από τον διεθνή τουρισμό στο έδαφος της. Αναφέρει μάλιστα ότι «Το μερίδιο της τοπικής οικονομίας από τα συνολικά έσοδα μπορεί να περιοριστεί ακόμα και στο 10%, όταν για παράδειγμα οι τουρίστες μετακινούνται με πτήσεις τσάρτερ ξένων συμφερόντων, όταν διαμένουν σε ξενοδοχεία ιδιοκτησίας διεθνών επιχειρηματικών αλυσίδων, όταν στον τόπο διακοπών επιλέγουν τις υπηρεσίες πρακτορείων που είναι εξαρτημένα από τους διεθνείς τουριστικούς πράκτορες που τους πούλησαν το αρχικό πακέτο διακοπών».
Αυτό που δεν λένε στη τοπική κοινωνία είναι ότι αυτά που έγιναν στην Αμμουδάρα, στη Χερσόνησο, στην Ελούντα, η διάχυση δηλαδή της όποιας «ανάπτυξης» στην τοπική κοινωνία – με όλη την αναρχία που την χαρακτηρίζει-, είναι πλέον παρελθόν!
Οι νέες αναπτύξεις σύνθετων τουριστικών επενδύσεων διαθέτουν ήδη από τη νομοθεσία -μεταξύ άλλων- δύο ειδικά προνόμια: να χτίζουν και να πουλούν παραθεριστική κατοικία με όρους τουρισμού, χωρίς πολεοδόμηση και να μπορούν να καθορίζουν ζώνη περιορισμού δόμησης γύρω τους, με ειδικούς όρους δόμησης για να απαλλαγούν από μικρές επενδύσεις στο φράκτη τους.
Το τελευταίο ισχύει και για τα μεγάλα έργα υποδομής όπως το αεροδρόμιο. Στα Σπάτα έχει καθοριστεί με τον ίδιο νόμο που κύρωσε τη Σύμβαση η Βουλή, Ζώνη Περιορισμένης Ανάπτυξης, στην οποία επιτρέπεται μόνο κατοικία και αγροτικές χρήσεις και κατατμήσεις στα 20 στρέμματα
- ΕΡΓΑ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ (Λιμάνι – Αεροδρόμιο)
Αντιμετωπίζουμε πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς παραλογισμούς στη χωροθέτηση έργων μεταφορών, όπως στις περιπτώσεις λιμανιού – διαμετακομιστικού κέντρου στον κόλπο της Μεσαράς και νέου αεροδρομίου στο Καστέλλι, με προφανείς επιπτώσεις στην παραγωγή και το περιβάλλον.
Στην πρώτη περίπτωση, ένα διαμετακομιστικό κέντρο κυριολεκτικά «φυτεύεται» σε ένα κόλπο, όπου βρίσκονται δύο πολύ γνωστοί –αν και καποιημένοι- τουριστικοί προορισμοί (Μάταλα και Αγία Γαλήνη), δραστηριότητες ήπιας τουριστικής ανάπτυξης με αποκαταστάσεις σπιτιών σε οικισμούς, τρεις πολύ σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι (Φαιστός – Αγ. Τριάδα – Κομός) που συνιστούν εκ των πραγμάτων αρχαιολογικό πάρκο μεγάλης έκτασης, περιοχή διπλής Νατούρα (Sci και Spa) με εκτεταμένη περιοχή οωτοκίας της χελώνας Καρέτα Καρέτα και υγρότοπο, πολύ μεγάλη συγκέντρωση συμβατικών και θερμοκηπιακών καλλιεργειών, ζώνη αναδασμού με φράγμα άρδευσης (Φανερωμένης) και αλιευτικά πεδία. Όταν προέκυψε για πρώτη φορά το έργο αυτό (2006), στην απέναντι πλευρά του κόλπου σχεδιαζόταν σύνθετη τουριστική επένδυση!
Σε σχέση με το νέο αεροδρόμιο, μια πραγματική ανάγκη, αυτή της επίλυσης προβλημάτων, κυρίως ρύπανσης και ασφάλειας, από τη λειτουργία του αεροδρομίου Ηρακλείου, έγινε πρόσχημα για τη «χωροθέτηση» νέου αεροδρομίου σε μια παραγωγική πεδιάδα, όπου θα ξερριζωθούν 150.000 ελαιόδενδρα για να δημιουργηθούν υποδομές που θα εξυπηρετούν τουριστική κίνηση υπερδιπλάσια απ’ αυτή που υπάρχει σήμερα στη Κρήτη. Κι αυτό τη στιγμή που καμιά μελέτη δεν υποστηρίζει, -αντίθετα όλες θεωρούν προβληματικό- το πρότυπο του μαζικού τουρισμού. Μελέτες, όπως η Μελέτη Τουριστικής Ανάπτυξης της Περιφέρειας Κρήτης του ΕΟΤ (2003) και το Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης του Ελληνικού Τουρισμού 2004-2010. Στο τελευταίο διαπιστώνεται επίσημα η ολιγοψωνιακή διάθρωση του τουριστικού τομέα, με λίγους tour-operators και συνέπεια τις ισχυρές πιέσεις για χαμηλές τιμές.
Αυτό που δε λένε είναι τα καίρια προβλήματα από την δημιουργία αυτών των έργων, όπως η εσωτερική μετανάστευση που θα προκληθεί κυρίως προς την πόλη του Ηρακλείου, τις παρενέργειες στο τοπικό εμπόριο από τη δημιουργία στο χώρο του αεροδρομίου εμπορικού κέντρου στο πρότυπο των Σπάτων, αλλά και στις ίδιες τις υφιστάμενες τουριστικές επιχειρήσεις, τη μεγάλη θυσία παραγωγικής γης στο βωμό της διόγκωσης του μαζικού τουρισμού, ενώ μάλιστα δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η διόγκωση αυτή θα πραγματοποιηθεί.
- ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΑΠΕ
Κι ενώ όλα αυτά έχουν ταράξει την Κρήτη, τα τελευταία τρια χρόνια έρχεται ένας νέος «εισβολέας», οι βιομηχανικές ΑΠΕ να δεσμεύσουν ακόμα και τη γη που έχει απομείνει, κυρίως ορεινή, δασική και χορτολιβαδική. Οι αιολικοί σταθμοί, όπως λένε οι ίδιοι οι επιχειρηματίες του κλάδου, σε τέτοια γη «χωροθετούνται, σε ποσοστό 90%.
Εδώ, πολλά δε λένε. Χρειάστηκε να αναπτυχθεί ένα κίνημα, με τέτοια δυναμική που δεν έχουμε δει ποτέ στην Κρήτη για να τα αποκαλύψει. Η χρήση της γης σαν να ήταν άγονος τόπος, η μηδαμινή ωφέλεια στις τοπικές κοινωνίες που καταντάει αρνητική αν υπολογιστεί η καταστροφή των φυσικών πόρων και του τοπίου που γίνεται στ’ όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος, ο εκτοπισμός παραγωγικών δραστηριοτήτων και η απώλεια θέσεων εργασίας, ο ανταγωνισμός σε όλες τις άλλες παραγωγικές δραστηριότητες, η προσβολή στις τοπικές κοινωνίες από αποφάσεις που λαμβάνονται κεντρικά, όχι μόνο χωρίς ενημέρωση αλλά και με παραπληροφόρηση, ξεπερνούν κάθε φαντασία και κάθε προηγούμενο.
Όλα αυτά, είναι παράμετροι που χαρακτηρίζουν και όλες τις άλλες λεγόμενες «μεγάλες επενδύσεις» αλλά στην περίπτωση των β-ΑΠΕ απογειώνονται, καταδεικνύοντας και τα κοινά χαρακτηριστικά τους!
Ζούμε σ’ ένα τόπο προνομιούχο.
Δε μιλάμε τώρα μόνο για την Κρήτη, αλλά για όλη την Ελλάδα.
Η πολιτική των «μεγάλων ευκαιριών», εκτός όλων των άλλων, δε σέβεται και δεν αξιοποιεί αυτά τα πλεονεκτήματα, ούτε καν για λογαριασμό των ίδιων των «μεγάλων επενδυτών», με αποτέλεσμα να δημιουργεί μόνο «κρανίου τόπους».
Συχνά μιλούμε για συντονισμό των κινημάτων.
Θεωρούμε ότι ακόμα πιο αναγκαίο είναι να συντονήσουμε τις αναλύσεις μας, να αποδείξουμε τον κοινό τόπο της καταστροφής της χώρας και των παραγωγικών της δυνάμεων και τη δυνατότητα μιας πραγματικά άλλης πορείας.
Στο μεταξύ το μόνο μήνυμα που μπορούμε να δώσουμε είναι: «δε μασάμε, δεν πουλάμε και δεν ξεπουλιώμαστε»!
Εισήγηση στην εκδήλωση: “Ανάπτυξη” στον καιρό του Μνημονίου: από τις Σκουριές ως την Κρήτη»
Ηράκλειο 24 Μαίου 2013
Όλες οι εισηγήσεις: http://politestv.gr/index.php?id=1000&article=125
[1] http://syspeirosiaristeronmihanikon.blogspot.gr/2013/05/blog-post_5411.html
3.http://www.gsrt.gr/News/Files/New512/%CE%91.10.%20%CE%97%20%CE%95%CE%9B%CE%9B%CE%91%CE%94%CE%91%2010%20%CE%A7%CE%A1%CE%9F%CE%9D%CE%99%CE%91%20%CE%9C%CE%A0%CE%A1%CE%9F%CE%A3%CE%A4%CE%91%20(McKinsey&Company%202011).pdf
[4] Κατευθύνσεις αναπτυξιακής στρατηγικής Περιφέρειας Κρήτης 2014-20, σελ. 29 http://www.pepkritis.gr/uploaded/espa/CRETE_2014-2020.pdf