Περικοπές ενέργειας: Τεράστιο το οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος

Το καλοκαίρι του 2023 η «Καθημερινή» δημοσίευσε ένα κείμενο του Κ. Σταμπολή, προέδρου του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) στο οποίο ανέφερε τα εξής: «Στην Ευρώπη, και σε λιγότερο βαθμό στην Ελλάδα, η άνευ όρων υιοθέτηση της πράσινης ατζέντας και η σχεδόν καθολική στροφή προς τις ΑΠΕ και τις καθαρές μορφές ενέργειας ήδη αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα τόσο σε επίπεδο πολιτικής όσο και από τεχνικής πλευράς. Σε επίπεδο πολιτικής υπάρχει μια υπόγεια αλλά πολύ σοβαρή διαμάχη με το φυσικό αέριο, και τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον χώρο, ως προς το μερίδιο που αυτό θα καλύπτει στην τελική ενεργειακή κατανάλωση με άξονα αναφοράς το 2030. Σε τεχνικό επίπεδο η υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, όπου το 2022 κάλυψαν σχεδόν το 40%, ενώ έχει συμβεί για ορισμένες ώρες να καλύπτουν το 100% των αναγκών, δημιουργεί προβλήματα συμφόρησης και αστάθειας στο δίκτυο, υποχρεώνοντας τον Διαχειριστή να θέτει εκτός δικτύου ένα μέρος τους προκειμένου να εξασφαλίσει την ομαλή λειτουργία και να αποφύγει μπλακ άουτ. Αυτό είναι απαραίτητο προκειμένου οι θερμικές μονάδες να μπορούν να δουλεύουν τουλάχιστον εντός ενός ελάχιστου τεχνικού ορίου καθώς καλύπτουν φορτία βάσης και είναι υπεύθυνες για την ομαλή λειτουργία του συστήματος σε 24ωρη βάση. Τα ανωτέρω είναι λίαν ανησυχητικές εξελίξεις και αναδεικνύουν τα ουσιαστικά εμπόδια που έχουν αρχίσει να εμφανίζονται απειλητικά πλέον και, αναπόφευκτα, θα επηρεάσουν αρνητικά την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ.».[1]

Την ίδια εποχή η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) διενεργούσε μια διαβούλευση για το κρίσιμο θέμα των περικοπών ισχύος από σταθμούς ΑΠΕ, ένα φαινόμενο που απασχολεί ολοένα και περισσότερο το ελληνικό σύστημα. Οι τοποθετήσεις των φορέων των σταθμών ΑΠΕ, σε εύγλωττους τίτλους του energypress.gr, ήταν: «ΣΠΕΦ: Το φαινόμενο θα γίνεται ολοένα και χειρότερο αν δεν ληφθούν μέτρα», «ΕΛΕΤΑΕΝ: Απαραίτητη η αποζημίωση των παραγωγών», «ΕΣΗΑΠΕ: Να αντιμετωπίζονται οι περικοπές ως υπηρεσία», «ΔΕΗ: Να υπάρχει πληροφόρηση για τη συμμόρφωση των ΦΟΣΕ με τις περικοπές», «ΣΕΗΑΠΕ: Νάρκη στα θεμέλια της αγοράς η υπεραδειοδότηση των ΑΠΕ».[2] Λίγο καιρό πριν, το Υπουργείο «Περιβάλλοντος» είχε δώσει κίνητρα προτεραιότητας για τη σύνδεση με το δίκτυο σε έργα που συνδύαζαν σταθμούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας με αποθήκευση ενέργειας (κυρίως συσσωρευτές). Τα κίνητρα αυτά σε συνδυασμό με το φόβο των περικοπών ενέργειας πυροδότησαν ένα «επενδυτικό ενδιαφέρον» χωρίς φρένα για έργα ΑΠΕ με αποθήκευση.[3]

Οι περικοπές ενέργειας περιλαμβάνουν και τα έργα αποθήκευσης ενέργειας

Παρά το γεγονός ότι τα έργα αποθήκευσης ενέργειας εμφανίζονται σε πληθώρα δημοσιευμάτων ως αντίδοτο στις περικοπές ενέργειας , το πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε πριν λίγες μέρες[4] έθεσε ένα πλαίσιο για τις περικοπές ενέργειας συμπεριλαμβάνοντας και τις υποτιθέμενες ασφαλείς επενδύσεις των σταθμών αποθήκευσης ενέργειας! Ωστόσο μετέθεσε σε Υπουργικές Αποφάσεις τις λεπτομέρειες -που κάθε άλλο παρά λεπτομέρειες είναι- αφήνοντας την «αγορά» σε θολό τοπίο σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι διαβεβαιώνοντάς την μόνο ότι οι περικοπές ενέργειας θα είναι «δίκαιες».

Στους πρώτους τέσσερις μήνες του 2024, οι ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που δεν εγχύθηκαν στο σύστημα, άγγιξαν τις 228 Γιγαβατώρες, ξεπερνώντας τις περικοπές όλου του 2023. Η αυτορρύθμιση, όμως, παραμένει άγνωστη έννοια στην αγορά που δεν λέει να λάβει τα σήματα από τις συνεχείς ώρες με μηδενικές τιμές και τις αλλεπάλληλες περικοπές. Το σύνολο των έργων που περιμένουν στην «ουρά» για να πάρουν όρους σύνδεσης φτάνει πλέον τα 43-44 GW. Συμπεριλαμβάνοντας και τα εν λειτουργία έργα ΑΠΕ (12,5  GW), προκύπτει το νούμερο των 55,5 – 56,5 GW, που είναι πάνω από τους στόχους του 2030 (23,5 GW), αλλά και του 2050, (54,4 GW).

«Τόσο ο Διαχειριστής, όσο και αρκετοί στην αγορά, καθώς επίσης και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ αναμένουν ότι το νέο τοπίο θα βάλει φρένο στις αιτήσεις, ωστόσο αυτό δεν προκύπτει προς ώρας από πουθενά. Στο επίμαχο ερώτημα, πηγή του ΥΠΕΝ απαντά στο Energypress ότι αργά ή γρήγορα, οι όλο και πιο συχνές μηδενικές τιμές, μαζί και με το γεγονός ότι δεν τίθεται θέμα αποζημιώσεων για τις περικοπές, παρά μόνο για τις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται αυστηρά από τις σχετικές συμβάσεις, θα επιβραδύνουν τον καταιγιστικό ρυθμό υποβολής νέων αιτήσεων.».[5]

Κατά τον Στ. Λουμάκη, πρόεδρο του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ) η παραγωγή ενέργειας από Φωτοβολταϊκούς Σταθμούς αποτελεί πλέον μια «φούσκα». Δηλώνει ότι έχουμε ξεπεράσει κάθε όριο κατανάλωσης και τώρα οι πράσινες μεγαβατώρες είτε δεν αποζημιώνοντα λόγω μηδενικών χονδρεμπορικών τιμών είτε περικόπτονται σε καθημερινή βάση όταν υπάρχει έντονη ηλιοφάνεια, λόγω ανεπαρκούς ζήτησης για ρεύμα. Αν μάλιστα υλοποιηθούν και όσα έργα έχουν λάβει όρους σύνδεσης, προβλέπει μαζικές πτωχεύσεις παραγωγών, πλην των καθετοποιημένων, δηλαδή όσων απολαμβάνουν πρόσβαση στη λιανική, οπότε έχουν την δυνατότητα για πρόσθετα έσοδα.[6]

Οι μηδενικές τιμές απειλούν τις μισές ΑΠΕ του ελληνικού συστήματος, καθώς τα 6,5 GW από τα 12,5 GW που είναι εγκατεστημένα στο ελληνικό σύστημα αμείβονται με συμβάσεις σε τιμές από 50-120 ευρώ/ μεγαβατώρα, ανεξάρτητα από το αν ο Διαχειριστής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ) εισπράττει από την πώληση της ενέργειας που παράγουν. Το ταμείο που πληρώνει τις ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), αναγκάζεται έτσι να καταβάλει στους παραγωγούς των ΑΠΕ που έχουν εξασφαλίσει ταρίφες, μεγαλύτερα ποσά από αυτά που εισπράττει. Για να ανταπεξέλθει στις πληρωμές αυτές, ζητάει αυξήσεις του Ειδικού Τέλους Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) που πληρώνουμε όλοι οι πολίτες με τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος.[7]

Επομένως οι μηδενικές τιμές, όχι μόνο δεν φτάνουν στον καταναλωτή αλλά αντίθετα τον φορτώνουν με ακόμα μεγαλύτερα βάρη, με το ΕΤΜΕΑΡ να είναι μόνο ένα μέρος της επιβάρυνσης από το κόστος της αβεβαιότητας στο σχεδιασμό της αγοράς. Εν τω μεταξύ κατασκευάζονται έργα που διαλύουν τη βιοποικιλότητα και το τοπίο ενώ τελικά δεν θα λειτουργήσουν, ενώ τα πολύγωνα των υποτιθέμενων μελλοντικών ενεργειακών έργων, για τα οποία απαιτούνται τεράστιες εκτάσεις γης, κρατούν αιχμάλωτους τους τόπους, δεσμεύουν τη γη και οδηγούν σε εγκατάλειψη παραγωγικών δραστηριοτήτων με συνέπεια την απώλεια θέσεων εργασίας που τα ενεργειακά έργα δεν αναπληρώνουν ούτε στο ελάχιστο.

 

 

 

 

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Δρόμος της Αριστεράς», φύλλο 685,
18 Μαίου 2024

 

 

 

 

[1] Αρθρο του Κ. Σταμπολή στην «Κ»: Τα ενεργειακά διλήμματα της επόμενης ημέρας, kathimerini.gr

[2] Τι ανέφεραν οι φορείς και οι εταιρείες των ΑΠΕ για το φλέγον θέμα των περικοπών στη διαβούλευση της ΡΑΕ, energypress.gr

[3] «Χωρίς φρένα» η επενδυτική στροφή σε μονάδες ΑΠΕ με μπαταρίες – Αιτήσεις για 81 νέα έργα 2,44 Γιγαβάτ στον Κύκλο Οκτωβρίου, energypress.gr

[4] Ν. 5106/01-05-2024

[5] Δεν φτάνουν στους επενδυτές τα «σινιάλα» της αγοράς – Αμείωτος και στον κύκλο Μαΐου ο ρυθμος αιτήσεων για όρους σύνδεσης ΑΠΕ στον ΑΔΜΗΕ – Κοντεύουν πλέον τα 44 GW όσα περιμένουν στην «ουρά», energypress.gr

[6] Υπό διαφορετική οπτική βλέπουν τα “φωτοβολταϊκά στο χωράφι” οι σύνδεσμοι ΣΠΕΦ και ΠΣΑΦ: Κοροϊδία ή δικαίωση;, energypress.gr

[7] Ενέργεια: Στα αζήτητα η υπερπαραγωγή από ΑΠΕ που απειλούνται από τις μηδενικές τιμές – Ποιοι κερδίζουν, imerisia.gr