1) Πώς αξιολογείτε τη σκοπιμότητα αλλά και τους κινδύνους ρύπανσης και τις επιπτώσεις στον τουρισμό, στην αλιεία, στην οικονομία κ.ά. από τις εξορύξεις φυσικού αερίου και πετρελαίου που σχεδιάζονται στις κλειστές γειτονικές μας θάλασσές;
Οι διαδρομές του πετρελαίου, σηματοδοτούν περιοχές μεγάλης γεωπολιτικής αστάθειας. Οι λαοί των χωρών αυτών έχουν βιώσει το τραγικό προνόμιο να πληρώνουν με ποταμούς αίματος τους διεθνείς ανταγωνισμούς για το «μαύρο χρυσό» και μάλιστα σε μια εποχή που λέμε ότι ο πόλεμος γίνεται κυρίως με οικονομικά μέσα. Μεγάλες χώρες όπως η Ρωσία, πληρώνουν πολύ ακριβά την επιλογή τους να δομήσουν το παραγωγικό τους πρότυπο επενδύοντας κατά προτεραιότητα στους υδρογονάνθρακες.
Στη χώρα μας, η πολιτική για τους υδρογονάνθρακες έχει διάφορες διαστάσεις.
Το προς τα έξω μήνυμα, που συνοψίζεται στη γνωστή ρήση του πρωθυπουργού προς τους ευρωπαίους «εταίρους», «ιδού τα κοιτάσματα της Ευρώπης!», δηλώνει ότι και σ’ αυτόν τον τομέα η προτεραιότητα δεν είναι η χώρα μας αλλά ένα αόριστο «γενικό καλό». Αυτό μπορεί να ακούγεται ευχάριστα αλλά στην πραγματικότητα δίνει σήμα σε όλους αυτούς που φροντίζουν κατά προτεραιότητα τα δικά τους συμφέροντα, είτε ως χώρες, είτε ως πολυεθνικές επιχειρήσεις.
Το προς τα μέσα μήνυμα, ότι οι υδρογονάνθρακες αποτελούν δήθεν τη λύση για την ανάκαμψη της οικονομίας, δημιουργεί επικίνδυνο εφησυχασμό, σε μια εποχή όπου προτεραιότητα αποτελεί η κινητοποίηση της κοινωνίας για την ανασυγκρότηση του παραγωγικού πρότυπου της χώρας που διαλύεται συστηματικά, σε όφελος των «μεγάλων» που «μπορούν».
Η επικινδυνότητα για το περιβάλλον είναι δεδομένη, αλλά ίσως ακόμα πιο έντονη είναι η επικινδυνότητα, όχι μόνο να μην διευρυνθεί ένα πολυλειτουργικό παραγωγικό πρότυπο βασισμένο στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, αλλά αντίθετα να συρρικνωθεί, σε όφελος μιας ακόμα δραστηριότητας που θα δημιουργεί οικονομικά αποτελέσματα σχεδόν αποκλειστικά στη διεθνή οικονομία των αγορών.
Στα Κανάρια νησιά ξεσηκώθηκαν γι αυτό το λόγο και ζητούν δημοψήφισμα.
Δυστυχώς εδώ η πολιτική αυτή δεν αμφισβητείται από την κοινωνία, τουλάχιστον προς το παρόν και δεν έχει δημιουργηθεί αντίστοιχο κίνημα.
2) Πώς αξιολογείτε τη σκοπιμότητα αλλά και τις επιπτώσεις στον πρωτογενή τομέα, στον τουρισμό, στο τοπίο και την οικονομία από την προώθηση βιομηχανικής κλίμακας ενεργειακών έργων μέσα σε προστατευόμενες περιοχές, δάση, κορυφογραμμές, γεωργική ή κτηνοτροφική γη, όπως π.χ. στην περίπτωση της Κρήτης, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό και χωρίς τη θέσπιση ορίων;
Ενεργειακοί κολοσσοί, βιομηχανίες, τράπεζες και χρηματιστηριακοί όμιλοι, με την υποστήριξη –δυστυχώς- και μεγάλης μερίδας του ακαδημαϊκού χώρου, επέλεξαν να εισβάλλουν μέσω της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης» -που δεν είναι ούτε πράσινη ούτε ανάπτυξη- σ’ ένα ακόμα τομέα κερδοσκοπίας και να επιβάλλουν την ιδιωτικοποίηση της ενέργειας αλλά και των υδάτινων πόρων, με πρόσχημα την προστασία του περιβάλλοντος.
Στη χώρα μας η κατά προτεραιότητα επιβολή της δραστηριότητας αυτής κυριολεκτικά παντού, συνιστά «ένα ΤΑΙΠΕΔ πριν το ΤΑΙΠΕΔ», δηλαδή μια ευρείας κλίμακα κατάληψη δημόσιας και ιδιωτικής γης.
Στην Κρήτη, η επέλαση των έργων τινάζει κυριολεκτικά στον αέρα όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες και καταστρέφει ανεπανόρθωτα φυσικούς και πολιτιστικούς πόρους, αξίες ανταλλακτικές και αξίες χρήσης.
Είναι παρήγορο ότι στην Κρήτη και σε πολλούς άλλους τόπους, έγιναν κατανοητά όλα αυτά και γι’ αυτό αναπτύχθηκε και γιγαντώνεται ένα κίνημα για την αποτροπή αυτών των σχεδιασμών.
Επί ένα αιώνα, επιστήμονες αγωνίζονται και θεωρούν εφικτό να φέρουν την ενέργεια στα μέτρα και τον έλεγχο των ανθρώπων. Τα αποτελέσματα των ερευνών τους όχι μόνο δεν αξιοποιούνται, αλλά αποκρύπτονται με επιμέλεια, επειδή δεν είναι συμβατά με τη συγκεντρωτική και κερδοσκοπική προσέγγιση στο χώρο της ενέργειας.
3) Θεωρείτε θεμιτή και σε ποιό βαθμό, την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών ύδρευσης, των αεροδρομίων, των οδικών αρτηριών, των δομών περίθαλψης, δασών, παραλιών και δημόσιας περιουσίας όπως π.χ. η παραλία του Καρτερού ή η πρώην αμερικάνικη βάση στις Γούρνες του Ηρακλείου;
Τη μεγάλη ακίνητη περιουσία της ελληνικής κοινωνίας αποτελούν τα κοινόχρηστα και οι υποδομές.
Τα κοινόχρηστα δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενα συναλλαγής. Το κράτος δεν είναι ιδιοκτήτης, αλλά διαχειριστής και οφείλει να τα προστατεύει και να εξασφαλίζει την «κοινή χρήση». Ως κοινόχρηστα ορίζονται ενδεικτικά «ιδίως τα νερά με ελεύθερη και αέναη ροή, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι αιγιαλοί, τα λιμάνια και οι όρμοι, οι όχθες πλεύσιμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους».
Οι στρατηγικές υποδομές αποτελούν την μεγάλη επένδυση που η κοινωνία έχει πληρώσει με τους φόρους της, οι πιο αδύναμοι μάλιστα με το υστέρημά τους και όλοι περιμένουμε μια εξασφάλιση για τους ίδιους και τα παιδιά μας.
Αν αυτά ιδιωτικοποιηθούν, δεν υπάρχει δυνατότητα να ασκηθεί πολιτική ούτε για παραγωγική ανασυγκρότηση, ούτε για περιβαλλοντική προστασία. Αν για όλα αυτά η πολιτική ασκείται από τρίτους, με γνώμονα μάλιστα το κέρδος, δεν μπορούμε καν να μιλούμε για κυριαρχία στον ίδιο μας τον τόπο.
Το μείζον είναι να βρούμε τη μέθοδο για την άσκηση κοινωνικού ελέγχου πάνω σ’ όλα αυτά, έτσι ώστε να μην υπάρχει η δυνατότητα να αποφασίζει κανείς για μας, χωρίς εμάς.
4) Πώς αξιολογείτε τις επιπτώσεις από την ιδιωτική πολεοδόμηση και από τις σχεδιαζόμενες μεγάλες παραθεριστικές υποδομές με γήπεδα γκολφ σε προστατευόμενες περιοχές και παραλίες όπως π.χ. στην περίπτωση του Κάβου Σίδερο και αλλού;
Η ιδιωτική πολεοδόμηση για σύνθετες τουριστικές επενδύσεις –τουρισμού και παραθεριστικής κατοικίας- δεν συνιστά καν πολεοδόμηση. Βασική αρχή της πολεοδόμησης είναι η πρόσδοση υπεραξίας στην ιδιωτική γη με τη μετατροπή της από αγροτική γη σε οικόπεδο, να ανταλλάσεται με την απόδοση μέρους της γης για δημόσια χρήση.
Στην περίπτωση των σύνθετων τουριστικών επενδύσεων όμως με τα Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Δημοσίων Ακινήτων (ΕΣΧΑΔΑ) και τα Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ) έχουμε μια περίπτωση όπου η γη στο σύνολό της αποκόπτεται από τη γύρω περιοχή, και ο επιχειρηματίας αποκτά χαρακτηριστικά «φορέα διαχείρισης» με αποτέλεσμα να είναι αμφίβολη –σίγουρα πολύ περιορισμένη- η δυνατότητα ακόμα και της αυτοδιοίκησης να έχει λόγο στη διαχείριση του χώρου.
Πρακτικά, διαμελίζεται η χώρα με βάση τις επιλογές των επενδυτών, που διαλέγουν τις πιο παρθένες περιοχές και τους παρέχεται πολιτική υποστήριξη που σφραγίζεται με Προεδρικά Διατάγματα να τις εκμεταλλευτούν με προνομιακούς όρους.
Το ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι οι ακραία νεοφιλελεύθεροι αυτοί όροι, που συνδυάζονται με την έλλειψη κάθε είδους σχεδιασμού και την απορρύθμιση για κάθε είδους κανόνες, αφήνουν εκτεθειμένες όλες τις άλλες περιοχές στις συγκρούσεις χρήσεων γης που τις απαξιώνουν σταδιακά. Όσο καθυστερούμε να το συνειδητοποιήσουμε αυτό και δεν θέτουμε σε προτεραιότητα τη φροντίδα για αναβάθμιση των ήδη πληγωμένων περιοχών, τόσο οι πόροι των επιδοτήσεων θα σπαταλούνται και τόσο θα δημιουργείται ανάγκη διάθεσης ακόμα περισσότερων πόρων για την αναβίωσή τους.
Ηράκλειο 19 Ιανουαρίου 2015
Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα:
Κοινός Τόπος – Πρωτοβουλία συννενόησης για τα κοινά
http://www.koinos-topos.org/2015/01/blog-post_19.html